ΠΟΡΕΙΑ;





Η λιγοστή δύναμη που του απόμεινε δεν ήταν αρκετή να φωνάξει, να ουρλιάξει.
Περπατούσε, απλώς περπατούσε, σκονισμένος, ματωμένος, με λίγη ελπίδα, μήπως και κατάφερνε ν αποδράσει, απ την παγωμένη έρημο. Συνάντησε μια σαύρα που του είπε, τι κάνεις εδώ;

Απάντησε πως γύρευε ήλιο και νερό και κάτι να φάει. Η σαύρα του είπε πως για τον ήλιο που γύρευε
δεν μπορούσε να κάνει τίποτε, αλλά για νερό και τροφή του προσέφερε τον εαυτό της. Η σάρκα
μου δεν μασιέται τόσο εύκολα μα είναι θρεπτική, όσο για νερό έχω αρκετά υγρά μέσα μου.

Το σκέφτηκε για λίγο, μετά έπιασε την σαύρα κι άρχισε να την τρώει. Καθώς ξεψυχούσε, η σαύρα έβγαλε ένα ρόγχο που ακούστηκε σαν οργασμικός σπασμός. Συνέχισε να περπατάει, λίγο πιο δυνατός τώρα, ίσως να ξανάβρισκε την ασφάλεια της ως τώρα γνώριμης ζωής του.

Στο βάθος φαινόταν λίγο φως. Πλησίασε και ρώτησε το φως. Τι γυρεύεις εσύ εδώ στην έρημο. Είναι άδεια, μαύρη και παγωμένη. Τι σοι φως είσαι συ; Eίμαι ένας ξεχασμένος θεός του απάντησε, ένας θεός δίχως πιστούς πλέον, και αχνοφέγγω, είμαι έτοιμος να σβήσω. Θα με πιστέψεις, να ξαναφωτίσω;

Του απάντησε πως δεν πιστεύει σε κανέναν θεό. Τότε ο θεός ο ξεχασμένος του είπε πως έχει δίκιο και έσβησε μ ένα σπασμό οργασμικό.

Σκοτάδι πιο πηχτό απλώθηκε τώρα. Δεν ξεμπλέκω ,σκέφτηκε μ αυτή την έρημο. Στάθηκε σταυροπόδι, μετά σηκώθηκε σε βαθύ κάθισμα και απέβαλε τα υπολείμματα της σαύρας.

Αρχισε να σκάβει με τα χέρια του στην άμμο, εκεί μπορεί να βρησκε κάτι να τον βοήθησει. Αφού ο ουρανός κι η επιφάνεια ήταν κατάμαυρες και παγωμένες, μπορεί κάτι να υπήρχε στο βάθος. Αφού σκάλισε γιά ώρα, το χέρι του ακούμπησε σε κάτι ζεστό και μαλακό. Εδιωξε γοργά την άμμο απο γύρω. Ενα παιδί ήταν θαμένο. Βγήκε θυμωμένο και τον ρώτησε, γιατί με ξέθαψες;
Kαλά ήμουν εδω μέσα. Και ξαναχώθηκε στην άμμο, βαθιά πολύ.


Aυτός άρχισε να κλαίει μ ενα σπασμό οργασμικό


Τότε η έρημος τον ρώτησε, γιατί κλαίς άντρα μου;

θέλεις να γίνω θάλασσα να με φωτίσεις;

Aυτός απόρησε , έμεινε ακίνητος μέχρι που ξημέρωσε.

Μετά πήγε στη δουλειά , όταν τελείωσε γύρισε σπίτι.

Εφαγε λίγο, έπεσε για ύπνο κατάκοπος.

7 σχόλια:

maroulada είπε...

Πάρα πάρα πολύ λυρικό! Διαβάζοντάς το σκεφτόμουν ότι τα συναισθήματα που μου προκάλεσαν οι εικόνες, μου είναι πλέον οικεία. Θα μπορούσα να είμαι ο άντρας, η σαύρα, το φως, η έρημος, το παιδί. Όλα σε ένα και όλα τόσο διαφορετικά. Έβαλες τη σκέψη μου σε περιπέτειες!

λογια εικονες τραγουδια είπε...

και μενα η σκεψη μου φτανει μεχρι εκει, μετα χανομαι, ειναι περιεργο πραγμα τα τοπια της ψυχης. ξερεις τι θυμηθηκα τωρα; καποιους ινδιανους που η γλωσσα τους εχει ελαχιστους χρονικους προσδιορισμους. δε λενε "πηγαινω", λενε "ειμαι στον τοπο του πηγαιμου". μιλανε για τοπο κι οχι για χρονο. σαν κατι μεσα μας να μας παρακολουθει ακινητο και αχρονο, να κινουμαστε, να λεμε , να κανουμε, να, να, να, κι αυτο ακινητο παρακολουθει

Ανώνυμος είπε...

μήπως η έρημος είναι η ζωή μας όλη..? μήπως ο κόπος για τα ..προς το ζειν είναι η σαύρα?μήπως το σκοτάδι γύρω είναι όλα μας τα προβλήματα που ζητούν απεγνωσμένα μια λύση..λίγο φως?και μήπως το παιδί είναι αυτό που πραγματικά κρύβει ΄΄αυτός''στη ψυχή του?Ένα παιδί που φοβάται και αρνείται πεισματικά να μεγαλώσει,χωμένο βαθειά όσο πιο βαθειά γίνεται,αρνούμενο να ζήσει σε ένα κόσμο σαν κι αυτόν?
Πολύ καλό πραγματικά.Ταξιδεύεις μαζί μ''αυτόν'' δίπλα πάντα σα σκιά.
Αλληγορική έκφραση ,το ''άλλα λέγειν και άλλα εννοείν'',λόγος δι'εικόνων κεκαλυμμένος..μεταφορικός..σκοτεινός.
φιλιά,Μαίρη

λογια εικονες τραγουδια είπε...

γεια σου μαιρη. δεν ξερω τι μπορει να ειναι το καθετι, τα πραγματα αποκτουν υποσταση οταν τα ονομαζουμε, και η ονομασια ειναι διαχωρισμος, κι ετσι ολη την εικονα αδυνατουμε να τη δουμε επειδη σκεφτομαστε με λεξεις. ωστοσο αλλο οι λεξεις, αλλο η σκεψη. και φτανει καποια στιγμη που οι λεξεις καταρεουν, γιατι τα δομικα τους υλικα δεν ανταποκρινονται στην ουσια. σπανε λοιπον οι λεξεις και καμια αλληγορια, η συμβολισμος δεν μπορει να τις ξαναστησει στο βαθρο τους. και μετα την αποδομηση των λεξεων αρχιζουν οι συνειρμοι ναρχονται οργιαζοντας στο προσκηνιο, και μετα σκοταδι, παγωνια, αμηχανια, και τοτε ειναι που αρχιζει ενα περιεργο παιχνιδι που φερνει ιλιγγο, μολις νιωσουμε πως ειμαστε κατασκευασμενοι απο συνδυασμους λεξεων κι εννοιων, και χωρις αυτα δεν μπορουμε, και τοτε επιστρεφουμε στις λεξεις, με την φοβερη αισθηση ομως πια, πως οι λεξεις μας αποκοπτουν απ τον κοσμο, απ την ουσια του, γιατι ειπαμε οι λεξεις τεμαχιζουν, διαχωριζουν, αλλα τι να κανουμε; ειναι πολυ αργα για να γυρισουμε πισω στο σημειο αποπου ξεκινησαμε, μπορει και να μην το ξαναβρουμε ποτε, κι αν νομισουμε πως το βρηκαμε, θα φοβηθουμε μηπως ειμαστε τρελλοι και ξαναπισω λοιπον στις δομες της γλωσσας που ειναι αναπηρη εκ φυσεως αλλα οσο ναναι ειναι πιο στερεη απ το ν αποδρασουμε στο χαος.

Νimertis είπε...

μου θύμισε κοέν, μου θύμισε ιστορίες των σούφι, ινδιάνικο παραμύθι... εκπληκτικό... εύγε, τελικά έχει πολλά διαμάντια τούτο ο χώρρος, καλά έλεγε ο Πυθαγόρας, όποιος ψάχνει βρίσκει, αν και στη συγκεκριμένη περίπτωση έγινε αντίστροφα...

λογια εικονες τραγουδια είπε...

μαλλον ηταν μια βολτα προς τα μεσα φιλε nimertis, κι εκει, ξερεις καλυτερα απο μενα, μπορει να συναντησουμε παραξενα πραγματα

Aura είπε...

Συγχρονικότητα είπες πως λέγεται?

Ε, αυτό!